σκωληκοτροφία

σκωληκοτροφία
η, Ν
η καλλιέργεια τού μεταξοσκώληκα, σηροτροφία, βομβυκοτροφία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκώληκας + -τροφία (< -τρόφος < τρέφω). Η λ. μαρτυρείται από το 1831 στον Αν. Πολυζωίδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”